- μικρόκλιμα
- το(μετεωρ.) το σύνολο τών ατμοσφαιρικών συνθηκών σε μια σχετικά περιορισμένη περιοχή μερικών μέτρων, ή λιγότερο ακόμη, πάνω από την επιφάνεια τού εδάφους και οπωσδήποτε ώς το ύψος τής βλάστησης.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. microclimate < micro- (βλ. μικρ[ο]-) + climate (< κλίμα)].
Dictionary of Greek. 2013.